Δευτέρα 7 Νοεμβρίου 2011

Θέσεις της Πανελλαδικής Ενωσης Κομμουνιστών (2ον Μέρος)


Θέσεις της Πανελλαδικής Ενωσης Κομμουνιστών (2ον Μέρος)


Συνέχεια από το προηγούμενο
(2ον Μέρος)



http://obhxos.blogspot.com/2011/11/blog-post_5311.html



ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

1. ΠΑΙΔΕΙΑ


Είναι γνωστό ότι στο ταξικό σύστημα, όπου κυριαρχεί ο νόμος του κέρδους, των διακρίσεων, των άνισων ευκαιριών, όπου οι ηθικές και γενικότερα κοινωνικές αξίες και θεσμοί καταρρέουν, η νεολαία στη μεγάλη της πλειονότητα αρνείται να ενταχτεί σ' αυτό το σύστημα και να το αποδεχτεί. Κι αυτό γίνεται με διάφορους τρόπους. Είτε με αγώνες και συγκρούσεις, είτε με την ατομική «λύση», την περιθωριοποίηση, τη «διέξοδο» των ναρκωτικών και, τέλος, την άρνηση του συνηθισμένου τρόπου ζωής, την καταφυγή στα μπαρ, στις δισκοθήκες κλπ, Τις περισσότερες φορές η άρνηση του τρόπου ζωής που επιβάλλει το σύστημα συνοδεύεται από γενική αμφισβήτηση και ισοπέδωση των πάντων. Είναι αναγκαία, λοιπόν, η παρέμβασή μας για οργανωμένο νεολαιίστικό κίνημα, και επιτακτικό το καθήκον η πάλη της νεολαίας για νέο κοινωνικό σύστημα ισότητας, ελευθερίας και δημιουργικής άμιλλας να συνδέεται πολιτικά με την πάλη της εργατικής τάξης, που, χάρη στο χαρακτήρα της, θα δίνει συνέχεια και προοπτική σ' αυτό τον αγώνα. Η ιστορική πείρα διδάσκει ότι όπου η σύνδεση κι ο συντονισμός του νεολαιίστικου κινήματος με την εργατική τάξη δεν επιτεύχθηκε, είχαμε πισωγυρίσματα, εκφυλισμούς, απογοητεύσεις και φαινόμενα επανένταξης στο εκ μεταλλευτικό σύστημα.
Βέβαια, δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι και στη νεολαία από την άποψη της προέλευσης υπάρχει διαστρωμάτωση όπως και στο υπόλοιπο κοινωνικό σύνολο. Δεν υπάρχει, όμως, στη νεολαία, ακόμα, πλήρης ταξικός διαχωρισμός. Παράλληλα το μεγαλύτερο μέρος της νεολαίας δέχεται τα πιο ισχυρά πλήγματα από τις αλλεπάλληλες καπιταλιστικές κρίσεις και είναι το πιο ευαίσθητο κοινωνικό στρώμα. Σήμερα η κυβέρνηση και μέρος των καθηγητών με τη συνδρομή ή την ανοχή φοιτητικών παρατάξεων είναι αποφασισμένοι να εφαρμόσουν τις βασικές πλευρές του αστικού σχεδίου, που οι βασικές πλευρές του είναι οι ακόλουθες:

Πρώτα απ' όλα το τσάκισμα κάθε αντίστασης των φοιτητών και η κατασυκοφάντηση των αγώνων τους. Άμεσος στόχος είναι να τεθούν στο περιθώριο οι ιδέες και εκείνη η πραχτική που είναι δυνατό να δώσει στη δυσαρέσκεια των φοιτητών επικίνδυνες για το σύστημα διεξόδους. Όσοι, λοιπόν, υιοθετούν τέτοιες ιδέες και πραχτική είναι "φασιστοειδή», έγραψε πρόσφατα το«ΒΗΜΑ», έχουν «ψυχολογικά προβλήματα», όπως είπε ο μασόνος καθηγητής Τάσιος, «υπονομεύουν το κοινό συμφέρον», όπως δήλωσε ο κ. Ευθυμίου, «καταλύουν τη δημοκρατία», όπως είπαν ο κ. Τρίτσης και η κ. Τσουδερού. Όλοι αυτοί έχουν συνασπιστεί ενάντια σε κάθε απόπειρα για έξοδο και επαναστατική προοπτική. Οι στόχοι τους ως εκπροσώπων της αστικής τάξης, δεν περιορίζονται μόνο στο πανεπιστήμιο. Η μεγάλη τους αγωνία είναι η προοπτική, οι ιδέες και η πραχτική που αναφέραμε να μη ριζώσουν και σε άλλους κοινωνικούς χώρους. Έτσι με την κατασυκοφάντηση των Φοιτητικών αγώνων προσπαθούν να επιβάλουν σε ολόκληρη την κοινωνία τέτοια πλαίσια συμπεριφοράς που να είναι ανεκτά ή ανώδυνα για το σύστημα που υπερασπίζονται

2. ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΗΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ

Τα ΕΟΚικά προγράμματα είναι ο πιο σημαντικός μοχλός για την προώθηση της αναδιάρθρωσης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και παράλληλα μας φέρνουν, χωρίς μεγάλο κόστος, πιο κοντά στην τεχνολογική επανάσταση που τόσο έχει προχωρήσει στην Ευρώπη. Το βασικό επιχείρημα, απ' όλες τις πλευρές, είναι ότι η ανταπόκριση στην τεχνολογική πρόκληση της εποχής θα μειώσει την τεχνολογική μας εξάρτηση και θα συμβάλει έτσι στην «εθνική ανεξαρτησία». Δεν υπάρχει μεγαλύτερη απάτη. Ακόμα και οι επίσημες επιστημονικές έρευνες πιστοποιούν ότι με τη μεταφορά τεχνολογίας το χάσμα ανάμεσα στις πιο αναπτυγμένες και τις «υπό ανάπτυξη» καπιταλιστικές χώρες μεγαλώνει Αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά σ' όλα αυτό τα ερευνητικά προγράμματα που γίνονται στα ελληνικά ΑΕΙ: Θα διαπιστώσει ότι πρόκειται για τμήματα πολύ μεγαλύτερων προγραμμάτων και ότι όσα λέγονται για «αυτοδύναμη τεχνολογική ανάπτυξη» είναι υποκρισίες. Σήμερα και κυρίως με αυτά τα προγράμματα προωθείται ο διαχωρισμός των πανεπιστημίων σε διάφορα επίπεδα. Άλλες σχολές θα υποβιβάζονται και άλλες θα αναβιβάζονται σύμφωνα με τις επιλογές των ΕΟΚικών επιτελείων. Βέβαια, ο διαχωρισμός αυτός άτυπα υπήρχε και πριν, αλλά σήμερα αυτός ο διαχωρισμός με τα Προγράμματα Διαπανεπιστημιακής Συνεργασίας και το Πανευρωπαϊκό Δίκτυο Εκπαιδευτικών Μονάδων του ΕΡΑΣΜΟΣ, με την κατανομή των χρηματοδοτήσεων από το COMET, αλλά και τα άλλα ερευνητικά προγράμματα (π.χ. ESPRIT, EUREKA, RACE κλπ.), επισημοποιείται και θεσμοθετείται
Διαμορφώνεται παράλληλα κατηγορία φοιτητών, λίγων και «εκλεκτών», που θα παίρνει μέρος σ'αυτά τα προγράμματα. Η υπόλοιπη μεγάλη κατηγορία θα αρκείται σε ένα πτυχίο � εισιτήριο για την ανεργία - στις περισσότερες περιπτώσεις.
Τέλος, με τα ΕΟΚικά προγράμματα προωθείται η άμεση σύνδεση πανεπιστημίων και επιχειρήσεων, και είναι επόμενο οι χρηματοδοτήσεις να πηγαίνουν στα πιο «αποδοτικά» πανεπιστήμια. Πρόσφατα, μάλιστα, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ εξάγγειλε το «πριμ παραγωγικότητας» για τα πανεπιστήμια.

Τα ΕΟΚικά προγράμματα αποτελούν σημαντικό μοχλό για την προώθηση της αναδιάρθρωσης της εκπαίδευσης. Δεν είναι, όμως, και μοναδικός. Η πολυδιαβάθμιση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, δηλαδή η δημιουργία σχολών αναβιβασμένων, προτύπων και άλλων υποβιβασμένων «πάρκινγκ» ανέργων - απαιτεί και άλλες ρυθμίσεις:
1) Την ένταση της ταξικής επιλογής με τη «σταθεροποίηση προς τα κάτω» του αριθμού εισακτέων και την αποθάρρυνση αυτών που ήδη σπουδάζουν να εγκαταλείψουν τις σπουδές τους.
Οι περικοπές των δαπανών για τη φοιτητική μέριμνα, το κόψιμο των μεταγραφών, η εντατικοποίηση και οι εσωτερικοί κανονισμοί ακριβώς σ' αυτή την αποθάρρυνση αποβλέπουν. 2) Το νόμο για τις στρατολογικές υποχρεώσεις, που περιορίζει τις αναβολές, οδηγεί τους μαθητές από τα σχολεία στους στρατώνες, διατηρεί την εξαντλητική θητεία, απαγορεύει τις συνδικαλιστικές και πολιτικές ελευθερίες των στρατευμένων.
3) Την καθιέρωση ιδιαίτερης μεταπτυχιακής βαθμίδας, απ' όπου διαμορφώνεται υπερεξειδικευμένη «αφρόκρεμα», και παράλληλα την οργάνωση έρευνας σύμφωνα με τις ανάγκες του κεφαλαίου.
Όλες αυτές τις πλευρές τις έφερε στο προσκήνιο η πρόσφατη φοιτητική αναταραχή. Το νέο ρεύμα που αναπτύχθηκε μέσα στους εκπαιδευτικούς χώρους με πρωταγωνιστές τους συντρόφους των Αριστερών Συσπειρώσεων αποκάλυψε πως η «αναβάθμιση» που προωθούν οι δυνάμεις του κατεστημένου και τη χειροκροτούν οι συμβιβασμένες αριστερές ηγεσίες των κομμάτων δεν είναι τίποτε άλλο παρά απάτη.

Οι πρόσφατες κινητοποιήσεις στάθηκαν αφορμή για να γίνουν τα προβλήματα της παιδείας τεράστιο πολιτικό θέμα. Σήμερα είναι δύσκολο να γίνουν αποδεκτές οι λύσεις που θα δοθούν από μαγειρέματα και συμφωνίες ανάμεσα στα μεγάλα κόμματα. Το ανεξάρτητο και οργανωτικά ακηδεμόνευτο κίνημα των φοιτητών και των σπουδαστών έμαθε και θα μάθει καλύτερα ότι μπορεί να επιβάλει τους όρους του με τους αγώνες του. Προοπτική δίνει ο επιστημονικός σοσιαλισμός χωρίς παραμορφώσεις και αναθεωρήσεις. Μέσα από τους αγώνες καινούριοι φοιτητές πήραν μέρος για πρώτη φορά σε συλλογικές διαδικασίες, δοκίμασαν πραχτική αγώνων και μορφώθηκαν μέσα σ' αυτούς. Τα βασικά ιδεολογήματα του νεοφιλελευθερισμού για ατομική λύση, ανταγωνισμό και ιδιώτευση χτυπήθηκαν στην πράξη και αποδείχτηκε η αφερεγγυότητά τους. Καινούριες ιδέες κυκλοφόρησαν και συζητήθηκαν από περισσότερους φοιτητές, και οικοδομείται σταθερά η εμπιστοσύνη στη δύναμη της συλλογικής δράσης.

Οι δυνάμεις μας μέσα στις Φοιτητικές Αριστερές Συσπειρώσεις θα παλέψουν ώστε να σπάσουν τα δεσμά του κεφαλαίου στην παραγωγή και στη συστηματοποίηση της γνώσης, για την ανάπτυξη μορφωτικών κινήσεων από τους εργαζομένους και τη νεολαία, πέρα από και ενάντια στις ανάγκες του σημερινού κοινωνικού συστήματος, με στόχο ένα άλλο κοινωνικό σύστημα, που θα λύσει όλα τα προβλήματα που δημιουργεί και συντηρεί το τωρινό κοινωνικό σύστημα. Για τον επιστημονικό σοσιαλισμό.

3. Η ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΗ ΝΕΟΛΑΙΑ

Είναι ανάγκη η νεολαία στο σύνολό της να διακρίνει την υπεροχή του σοσιαλισμού, πρέπει με υπομονή και επιμονή να εξηγούμε στους νέους και ειδικότερα στην εργαζόμενη νεολαία ότι ο καπιταλισμός, παρά τις όποιες «ευκαιρίες» που δίνει σε λίγους, παρά τη δυνατότητά του να «ξεπερνά» κάποιες κυκλικές κρίσεις, δεν μπορεί να ανταποκριθεί στην προοπτική που έχει ο σοσιαλισμός: Στη δίκαιη κατανομή όλων των αγαθών και στην κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Στην αρχή «ο καθένας σύμφωνα με τις ικανότητές του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του». Είναι γνωστό πως στον καπιταλισμό ανθεί η ανεργία, που βοηθάει στη μεγαλύτερη εκμετάλλευση της εργατικής τάξης με τη δημιουργία μόνιμης στρατιάς ανέργων, που μεγάλο μέρος της αποτελείται από τη νεολαία.

Μέσα στη μόνιμη αυτή στρατιά των ανέργων, όπου για μια θέση δουλειάς ο νέος υποβάλλεται σε στυγνή εκμετάλλευση, οι νέοι και οι νέες της πατρίδας μας πληρώνουν ακριβά την ολόπλευρη κρίση του καπιταλισμού, ιδιαίτερα την οικονομική, που στη χώρα μας γίνεται πολυπλοκότερη επειδή υπάρχει η εξάρτηση από τον ιμπεριαλισμό και η παραμονή μας στην ΕΟΚ των μονοπωλίων.

Κρίση υπάρχει, όμως, και στον πολιτισμό. Συνάμα η ανασφάλεια, η αβεβαιότητα και το άγχος κυριαρχούν στη μεγάλη πλειονότητα των νέων σε τέτοιο βαθμό ώστε αυτά επιδρούν αρνητικά και στην ατομική συμπεριφορά πολλών νέων ανθρώπων. Ορισμένοι νέοι οδηγούνται στους ψεύτικους παραδείσους των ναρκωτικών και στην απομόνωση, και άλλοι αποπροσανατολίζονται σε χώρους «ψυχαγωγίας», όπου την πρώτη θέση την έχουν τα «σκυλάδικα» ή οι δισκοθήκες κλπ.

Αυτό το κομμάτι της νεολαίας οδηγείται τελικά στην περιθωριοποίηση και στην άρνηση κάθε αξίας. Η υποκουλτούρα κυριαρχεί στις τέχνες και ιδιαίτερα στη μουσική. Αυτή η οδυνηρή κατάσταση, η ανεργία, η υποαπασχόληση, η μείωση της αγοραστικής αξίας του εισοδήματος της εργαζόμενης νεολαίας και η απόγνωση από την έλλειψη εναλλακτικής λύσης οδηγεί τους νέους στην απελπισία και πολλές φορές ακόμη και στην αυτοκτονία. Όλα αυτά είναι έργο της άρχουσας τάξης. Τι κάνει, όμως, η κομμουνιστική Αριστερά για να αλλάξει αυτή την κατάσταση:Αρκείται σε γενικόλογες καταγγελίες, που δε φτάνουν για να οδηγήσουν τη νεολαία στην προοδευτική, κοινωνική και πολιτική δράση. Η νεολαία, όμως, τι κάνει; Δέχεται παθητικά όλη αυτή την κατάσταση; Όχι. Μεγάλο μέρος της αντιστέκεται και παλεύει, για να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις συνέπειες της καπιταλιστικής κρίσης. Στη διάρκεια της εφτάχρονης αμερικανοκίνητης φασιστικής δικτατορίας έδωσε μαχητικό «παρών» και δημιούργησε το Έπος του ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ. Αλλά και μετά το γκρέμισμα της Χούντας η νεολαία πάλεψε για την απομάκρυνση της Δεξιάς από τη διακυβέρνηση της χώρας.

Μεγάλο τμήμα της εργαζόμενης νεολαίας στάθηκε στο πλευρό της εργατικής τάξης και όλων των εργαζομένων για να αλλάξει πορεία ο τόπος, για να προχωρήσει η αντιιμπεριαλιστική, αντιμονοπωλιακή συσπείρωση και πάλη, ακολουθώντας στην πλειονότητα της σοσιαλιστικά ιδανικά και διακηρύξεις.
Με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στη διακυβέρνηση της χώρας η άρχουσα τάξη προσπάθησε να περάσει στη νεολαία την άποψη ότι ο σοσιαλισμός άρχισε τάχα να χτίζεται και στην Ελλάδα και πως τώρα πια δε χρειάζονται κοινωνικοί ή απεργιακοί αγώνες, γιατί θα έκαναν, λέει, ζημιά στην προσπάθεια του ΠΑΣΟΚ να κάνει το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό!

Στην πορεία, όμως, η εργαζόμενη νεολαία, όπως άλλωστε και όλοι οι άλλοι εργαζόμενοι, διαπίστωσε πως ο σοσιαλισμός δε γίνεται με διακηρύξεις, και πως αυτό που θέλει να πετύχει η άρχουσα τάξη με διάμεσο το ΠΑΣΟΚ είναι να εκσυγχρονίσει τον καπιταλισμό στην πατρίδα μας, ώστε στις σύγχρονες συνθήκες να εξυπηρετήσει καλύτερα τα συμφέροντα των ντόπιων και ξένων μονοπωλίων.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να προξενήσει απογοήτευση, να καλλιεργήσει το μηδενισμό, τη δυσπιστία και πολλές φορές την απροθυμία για οργανωμένη πάλη.
Οι πιο συνειδητοί από την εργαζόμενη νεολαία, που συνήλθε πρώτη, άρχισαν να αναζητούν νέες διεξόδους.

Η εργατική νεολαία βλέπει ότι η κοινοβουλευτική Αριστερά έχει ενσωματωθεί στο αστικό σύστημα και πως κερδισμένη από αυτή την κατάσταση βγαίνει η άρχουσα τάξη. Συνάμα η επίσημη Δεξιά («Νέα Δημοκρατία») άρχισε να κερδίζει έδαφος μέσα σ' αυτόν το συμβιβασμό και μέρος της εργαζόμενης νεολαίας έχει παρασυρθεί από τη δημαγωγία του νεοφιλελευθερισμού που προβάλλει η «Ν.Δ.».
. Τα κόμματα της Αριστεράς, και κυρίως το ΚΚΕ, δέσμια της ρεφορμιστικής πολιτικής τους γραμμής και της δεξιάς - αντιδεξιάς προπαγάνδας όχι μόνο δεν ανταποκρίθηκαν στις απαιτήσεις της εποχής μας, παρά με διάφορους τρόπους έβαλαν κι εμπόδια στην οργανωμένη αντίσταση που πρόβαλαν πρωτοπόρα τμήματα της νεολαίας (π.χ. στις Φοιτητικές Συσπειρώσεις κλπ.).
Η ακατάσχετη δημαγωγία και οι υποσχέσεις για παροχές, ευκαιρίες, βόλεμα κλπ. βρήκαν έδαφος σε ορισμένο στρώμα της νεολαίας που αναζητούσε άμεση διέξοδο από την κρίση και δεν άντεχε άλλο.

Ταυτόχρονα, όμως, μέσα στη νεολαία γίνονται μεγάλες ανακατατάξεις, που δεν είναι ορατές από τον πολύ κόσμο.
Βλέπουμε ότι αρκετά τμήματα της νεολαίας, επειδή δε βρίσκουν διέξοδο στα σημερινά πολιτικά κόμματα, αυτοοργανώνονται κυρίως μέσα στα ΑΕΙ και ΤΕΙ, στα σχολεία, στους τόπους δουλειάς και ήδη έχουν κάνει την εμφάνισή τους στους φοιτητές, στα σωματεία κλπ. τα πρώτα κύτταρα για φορέα πέρα από τα συμβιβασμένα αριστερά κόμματα σε μέτωπο πάλης ενάντια στην άρχουσα τάξη και στους συνειδητούς συμβιβασμένους αριστερούς πολιτικούς.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
1. Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ


Ο καπιταλισμός στην προσπάθειά του να ξεπεράσει την κρίση του εντείνει την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης και συγχρόνως αναζητεί και νέες μεθόδους που θα τον υποβοηθούν να περνάει τις κρίσεις του πιο ανώδυνα και που έχουν εφαρμοστεί στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες είτε από σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις είτε από αστικοφιλελεύθερες. Αιχμή των νέων μεθόδων είναι ορισμένες αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις, δηλαδή στις σχέσεις εργαζομένων - εργοδοτών. Η εργατική τάξη της χώρας μας δοκιμάστηκε και παλαιότερα από τις κυβερνήσεις της «Νέας Δημοκρατίας» με την πολιτική λιτότητας και από το1983 με το Ν. 1320182, που απαγόρευε τις αυξήσεις στους εργαζομένους για όλο το 1983 «<στενωπός '83»). Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, στηριγμένη στο γεγονός ότι το εργατικό κίνημα δεν αντέδρασε ουσιαστικά στην πολιτική της λιτότητας του 1983, προχώρησε παραπέρα στην αντιλαϊκή της οικονομική πολιτική, όπου, με την εφαρμογή της πράξης νομοθετικού περιεχομένου τον Οχτώβρη του 1985, απαγόρευε τις αυξήσεις στους εργαζομένους για δυόμισι χρόνια και καταργούσε ουσιαστικά το δικαίωμα για σύναψη συλλογικών συμβάσεων από τους εκπροσώπους των εργαζομένων.
Αυτή η πολιτική της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ υπαγορεύτηκε από την ΕΟΚ, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και άλλους ιμπεριαλιστικούς, οικονομικούς οργανισμούς, στα πλαίσια του εναρμονισμού και συντονισμού των κυβερνήσεων των καπιταλιστικών κρατών για να αντιμετωπίσουν την οικονομική κρίση, εφαρμόζοντας πολιτική σκληρής λιτότητας και περιορισμού των δημόσιων δαπανών. Πολιτική που είχε ως άμεσα αποτελέσματα τη σημαντική αύξηση των κερδών των βιομηχάνων, την άνοδο της ανεργίας και τη σοβαρή μείωση της αγοραστικής δύναμη ςτου εισοδήματος των εργαζομένων. Η αύξηση του αριθμού των ανέργων (υπολογίζονται σήμερα σε 350.000) υποβοήθησε παραπέρα τους καπιταλιστές να συμπιέσουν το εισόδημα των εργαζομένων, μια και πλεονάζουν εργαζόμενοι στην αγορά εργασίας, επίσης δημιούργησε τεχνητές αντιπαραθέσεις μεταξύ των εργαζομένων στην αγορά εργασίας που είναι στην παραγωγή και εργαζομένων που είναι άνεργοι.
Οι εργαζόμενοι τα χρόνια 85-87 έχασαν πολλά δισεκατομμύρια και μειώθηκε σημαντικά η πραγματική αξία του εισοδήματός τους.
Η εφαρμογή αυτής της οικονομικής πολιτικής είναι πολιτική διαχείρισης του συστήματος και φορτώματος των συνεπειών της καπιταλιστικής κρίσης στις πλάτες των εργαζομένων. Για να περάσει αυτή η πολιτική έγιναν οι γνωστές δικαστικές παρεμβάσεις στη ΓΣΕΕ με το διορισμό δοτής διοίκησης, καθώς και άλλες δικαστικές παρεμβάσεις στο εργατικό κίνημα, όπως απαγόρευση απεργιών. Ακόμη και τα διαιτητικά δικαστήρια χρησιμοποιήθηκαν για το σταμάτημα των αγώνων.
Συγχρόνως εντάθηκε ο αυταρχισμός και η τρομοκρατία, χιλιάδες πρωτοπόροι εργάτες απολύθηκαν, τα ΜΑΤ χρησιμοποιήθηκαν πολλές φορές ενάντια σε απεργούς, Π.χ. στη ΔΕΗ, στον ΟΤΕ κλπ. Επίσης οι εκβιασμοί συνειδήσεων και το ρουσφέτι έγιναν μόνιμα φαινόμενα.
Η ιδεολογική επίθεση ενάντια στην εργατική τάξη εντάθηκε και όσοι αγωνιστικά αντιδρούσαν στην αντιλαϊκή οικονομική πολιτική της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ χαρακτηρίζονταν σαν συντεχνίες, υψηλόμισθοι, «ρετιρέ», υπονομευτές της αλλαγής κλπ. Παράλληλα καλλιεργήθηκαν αστικές αντιδραστικές θεωρίες ότι τάχα για την κρίση της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας δεν ευθύνεται το ίδιο το σύστημα και ο εκμεταλλευτικός του χαρακτήρας, αλλά φταίνε οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, που καταναλώνουν περισσότερα από όσα παράγουν και πως οι εργαζόμενοι είναι τεμπέληδες κι αντιπαραγωγικοί. Βάσει, λοιπόν αυτής της (αστικής) θεωρίας και λογικής πρέπει να εφαρμοστεί πολιτική σκληρής λιτότητας.
Επίσης αναπτύχθηκαν και άλλες θεωρίες ότι τάχα φταίνε το εργατικό κίνημα και οι ψηλοί μισθοί ορισμένων τμημάτων των εργαζομένων για την κρίση του συστήματος, και πρέπει να γίνει συμπίεση των εισοδημάτων προς τα κάτω.
Όλες αυτές οι αστικές θεωρίες προβλήθηκαν από τα κυβερνητικά επιτελεία, τους εκπροσώπους των βιομηχάνων, τον αστικό Τύπο και κυρίως από την «Αυριανή», το «Δημοκρατικό Λόγο» και άλλες φιλοκυβερνητικές εφημερίδες.
Όλες αυτές οι αστικές θεωρίες έχουν σκοπό να αποκρύψουν την ταξική φύση του συστήματος και να προετοιμάσουν το έδαφος για το χτύπημα του εργατικού κινήματος και την εφαρμογή πολιτικής λιτότητας μόνιμα.
Από την άλλη πλευρά η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, χέρι με χέρι με το Σύνδεσμο Ελληνικών Βιομηχανιών και τη σύμφωνη γνώμη της «Νέας Δημοκρατίας», προωθεί ορισμένες αλλαγές στις σχέσεις εργαζομένων και εργοδοτών.
Οι αλλαγές αυτές έχουν σκοπό να καταργήσουν την πενθήμερη εβδομάδα απασχόλησης και τις 35 ή 40 ώρες που ισχύουν, ανάλογα με τον κλάδο, και να προωθήσουν τη μερική απασχόληση, το ωρομίσθιο, το φασόν, τη σύνδεση μισθού και παραγωγικότητας, την τέταρτη βάρδια στα εργοστάσια κλπ., δηλαδή θέλουν να διασπάσουν την ενότητα της εργατικής-τάξης στη βάση της, ξεκινώντας από τους εργαζομένους στη βιομηχανία και φτάνοντας στους εργαζομένους στο Δημόσιο.
Έτσι, με την εφαρμογή αυτών των μέτρων στους τόπους δουλειάς, έχουμε το φαινόμενο εργαζόμενοι να εκτελούν την ίδια εργασία κάτω από διαφορετικές συνθήκες και να αμείβονται διαφορετικά, π.χ.: α) Εργαζόμενοι που θα εργάζονται με πενθήμερη απασχόληση, 40 ώρες δουλειά. β) Εργαζόμενοι που θα εργάζονται μόνο τα Σαββατοκύριακα. γ) Εργαζόμενοι που θα εργάζονται με την ώρα (ωρομίσθιο). δ) Εργαζόμενοι με μερική απασχόληση, δηλαδή όταν έχει δουλειά η βιομηχανία θα εργάζονται, όταν δεν έχει δε θα εργάζονται.
Επιπλέον με αυτά τα μέτρα επιδιώκουν να διασπάσουν τη συγκέντρωση και συγκεντροποίηση της εργατικής τάξης στους τόπους δουλειάς, π.χ. σε ένα εργοστάσιο ιματισμού που ως τώρα απασχολούσε 400 εργαζομένους, με την καθιέρωση του φασόν μπορεί ο αριθμός των εργαζομένων να μειωθεί στους 300 και 100 εργαζόμενοι να απασχολούνται στο σπίτι τους με τη μέθοδο του φασόν (παραγωγή με το κομμάτι).
Η λεγόμενη σύνδεση μισθού και παραγωγικότητας είναι απάτη στον καπιταλισμό, και αυτό που επιδιώκει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ είναι η εντατικοποίηση της εργασίας.
Τα πριμ παραγωγικότητας, που προβλέπεται να δίνονται στους εργαζομένους, δε θα δίνονται όταν μια βιομηχανία αυξήσει την παραγωγή της από τη βελτίωση των συνθηκών παραγωγής (προμήθεια καινούριων μηχανών και μηχανημάτων, καλύτερη οργάνωση της παραγωγής). Σε αυτή την περίπτωση θεωρείται ότι το πριμ ανήκει στην επιχείρηση που έκανε την επένδυση.
Αντίθετα, τα πριμ θα δίνονται όταν αυξηθεί η παραγωγή χωρίς να βελτιωθούν οι συνθήκες παραγωγής, αλλά από την αύξηση της έντασης της εργασίας, δηλαδή από την εντατικοποίηση και το ανέβασμα της νόρμας παραγωγής.
Αυτό σημαίνει αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης (συνθήκες εργασίας, ποιότητα ζωής).
Στην πράξη αυτό που θέλει η άρχουσα τάξη είναι οι εργαζόμενοι να προσπαθούν με κάθε τρόπο να αυξήσουν την παραγωγή εντείνοντας την εργασία τους για να πάρουν το πριμ, και μεταξύ τους να δημιουργούνται αντιθέσεις και αυταπάτες ότι θα λύσουν εν μέρει το πρόβλημά τους όταν δουλεύουν πιο εντατικά (εξαντλητικά). Επιπλέον η αύξηση της παραγωγής από την εντατικοποίηση θα οδηγήσει τους βιομηχάνους στο να ανεβάσουν πιο ψηλά τη νόρμα παραγωγής (αφού όλοι οι εργαζόμενοι εντείνοντας την εργασία τους θα πιάσουν τη νόρμα).
Έτσι εντείνεται ακόμα περισσότερο ο βαθμός εκμετάλλευσης, το πέρασμα της εντατικοποίησης οδηγεί στην αύξηση του αριθμού των εργατικών ατυχημάτων (ουσιαστικά των εργοδοτικών εγκλημάτων) και στο πέρασμα από την πίσω πόρτα της αύξησης του εργάσιμου χρόνου με τις υπερωρίες.
Στα πλαίσια του καπιταλισμού είναι αυταπάτη να πιστεύουν οι εργαζόμενοι ότι οι καπιταλιστές θα τους αφήσουν να συμμετέχουν με ίσους όρους στον έλεγχο της παραγωγής και στο ύψος του πριμ.
Τέτοιες συμμετοχές αντικειμενικά δεν μπορεί να έχουν ουσιαστικό περιεχόμενο, και μόνο στην εδραίωση ρεφορμιστικών αυταπατών μπορεί να οδηγήσουν.
Η λεγόμενη σύνδεση μισθού και παραγωγικότητας σε πρώτη φάση έχει αρχίσει να εφαρμόζεται στις βιομηχανίες, και σκοπεύουν να την εφαρμόσουν μελλοντικά σε όλο το φάσμα της παραγωγής (ιδιωτικό και δημόσιο τομέα). Και πέρα από το πέρασμα της εντατικοποίησης έχουν έναν άλλο μακροπρόθεσμο στόχο: Να οδηγήσουν στην κατάργηση του δικαιώματος για υπογραφή των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας από το συνδικαλιστικό κίνημα, και κάθε εργαζόμενος να υπογράφει την ατομική του σύμβαση εργασίας με τον εργοδότη του.
Τα μέτρα αυτά, που τα εισηγήθηκε η κυβέρνηση στο ΕΣΑΠ τον Ιούλη του 1986, δεν έχουν ακόμα νομοθετηθεί, στην πράξη όμως έχουν εφαρμοστεί σε πολλά -εργοστάσια, Π.χ. μερική απασχόληση στην ΕΤΜΑ, ΦΑΜΑΡ, ΑΓΕΤ «ΗΡΑΚΛΗΣ» κλπ., η τέταρτη βάρδια στην ΠΕΙΡΑΪΚΗ ΠATPAΪΚH, ΑΙΓΑΙΟΝ κλπ.
Τα μέτρα αυτά έχουν σχέση με τις διαδικασίες που άρχισαν για την ενιαία αγορά της ΕΟΚ του 1992, και εφαρμόζονται από το 1980 στις Η ΠΑ, Μ. Βρετανία, Ιαπωνία, από Το 1983 στη Δυτ. Γερμανία και από το 1986 στη Γαλλία και στις άλλες χώρες της ΕΟΚ.
Από τα στοιχεία του ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης) προκύπτει ότι συνολικά στις χώρες του κεφαλαίου που είναι μέλη του η μερική απασχόληση αυξήθηκε από 16,6% το 1973 σε 20% το 1983, στις ΗΠΑ από 13,9% που ήταν το 1973 σε 25% το 1986.
Η πρωθυπουργός της Αγγλίας κ. Μ. Θάτσερ περηφανεύτηκε ότι κατόρθωσε να μειώσει σε 5 χρόνια τον αριθμό των συνδικαλισμένων εργατών κατά 2 εκατομμύρια, και ο Ρέιγκαν ότι μείωσε το ποσοστό των συνδικαλισμένων από 20% το 1980 σε 16,6% το 1984.
Τα πιο πάνω μέτρα εντάσσονται στην προσπάθεια του καπιταλισμού να προσαρμοστεί στις αλλαγές που επιφέρουν η επιστημονικοτεχνική επανάσταση και οι νέες τεχνολογίες στην παραγωγή, ώστε, βελτιώνοντας ή αλλάζοντας το παλιό σύστημα οργάνωσης της παραγωγής (το σύστημα της βάρδιας 8ωρης ή 7ωρης απασχόλησης), να οργανώσει με καινούριο τρόπο την παραγωγή (κύκλοι ποιότητας, σύστημα αξιολόγησης, ελαστικό ωράριο κλπ.) και το εργατικό κίνημα να χτυπήσει και να εντατικοποιήσει την παραγωγή, για να ανταποκριθεί στο σύγχρονο ανταγωνισμό, μειώνοντας το κόστος παραγωγής κατά επιχείρηση, εντείνοντας την εκμετάλλευση και το ξεθέωμα της εργατικής τάξης.
Ακόμα η εργατική τάξη στη χώρα μας αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα, όπως το θέμα της κατοικίας και των ενοικίων, μια και περισσότεροι εργαζόμενοι δεν έχουν δική τους στέγη και ένα μεγάλο ποσοστό του εισοδήματός τους πηγαίνει για πληρωμή ενοικίου. Όσοι πάλι εργαζόμενοι αποχτούν κατοικία, πέρα από τους λίγους που την αποχτούν με την εργατική εστία, οι περισσότεροι την πληρώνουν με υψηλότοκα δάνεια τη στιγμή που η οικονομική ολιγαρχία παίρνει δάνεια δανεικά και αγύριστα.
Σε όλα αυτά έρχεται να προστεθεί και η διαρκής άνοδος του τιμαρίθμου, με αυξήσεις των τιμών κυρίως στα είδη λαϊκής κατανάλωσης, καθώς και η ουσιαστική κατάργηση της Α Τ Α από την Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ.
Όλα αυτά οδηγούν στην παραπέρα χειροτέρευση της κατάστασης της εργατικής τάξης (βιοτικό επίπεδο, ποιότητα ζωής, συνθήκες εργασίας και διαβίωσης κλπ.) και στο μεγάλωμα του ανοίγματος της ψαλίδας μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών. Υπολογίζεται ότι την τριετία 85-87 οι εργαζόμενοι έχασαν τουλάχιστον 300 δισεκατομμύρια δρχ., που πήγαν στις τσέπες των βιομηχάνων και του αστικού κράτους, από την εφαρμογή του σταθεροποιητικού προγράμματος της Κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ.
Μπροστά σε αυτήν την επίθεση της άρχουσας τάξης, που γίνεται κυρίως με διάμεσο την Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, ενάντια στα δικαιώματα της εργατικής τάξης και για το πέρασμα του ρεφορμισμού στις γραμμές της, η εργατική τάξη απάντησε με σοβαρούς αγώνες για την άνοδο του βιοτικού της επιπέδου, για την απόκρουση της πολιτικής και οργανωτικής της διάσπασης, ενάντια στο πέρασμα του ρεφορμισμού στις γραμμές της. Αλλά η επίσημη Αριστερά (ΚΚΕ και ΚΚΕ εσ., που τώρα διασπάστηκε σε ΕΑΡ και ΚΚΕ εσ. Α.Α.) αντί να ακούσει τη φωνή της εργατικής τάξης και να οργανώσει την πάλη της ενάντια στην άρχουσα τάξη και στο ρεφορμισμό , δέσμια των μικροαστικών της αυταπατών για το ρόλο του ΠΑΣΟΚ, δεν έπαψε να φλερτάρει το ΠΑΣΟΚ για τη συμμετοχή της σε «Δημοκρατική Κυβέρνηση» και στην πράξη δεν ήρθε ποτέ σε ουσιαστική αντιπαράθεση με το ρεφορμισμό. Αντίθετα η κριτική της παρέμεινε σε ανεκτά επίπεδα για το ΠΑΣΟΚ, ουσιαστικά υπέταξε τα ζωτικά συμφέροντα της εργατικής τάξης σε πολιτικές σκοπιμότητες.
Πιο συγκεκριμένα, «αντί πινακίου φακής», που δόθηκε στη ΓΣΕΕ στο 220 συνέδριό της το 1982 (Γεν. Γραμματέας εκλέχτηκε ο Μ. Κωστόπουλος της ΕΣΑΚ), όχι μόνο αγνόησε το γεγονός ότι στο 220 Συνέδριο η ΠΑΣΚΕ έφτιαξε πάνω από 100 νόθους αντιπροσώπους, αλλά χαρακτήρισε και το συνέδριο «δημοκρατικό συνέδριο». Και κατόπιν όταν το ΠΑΣΟΚ το 1983 εξάγγειλε την πολιτική της μονόπλευρης λιτότητας, που απαγόρευε τις αυξήσεις για ένα χρόνο στους εργαζομένους(στενωπός '83), η συμβιβασμένη κοινοβουλευτική Αριστερά με διάμεσο τις συνδικαλιστικές της παρατάξεις (ΕΣΑΚ - ΑΕΜ) αρνήθηκε κάθε γενική κινητοποίηση της εργατικής τάξης για την αντιμετώπιση αυτής της αντιλαϊκή ς πολιτικής, και προώθησε μόνο τις αποσπασματικές κινητοποιήσεις κατά κλάδο ή χώρο.
Με τέτοια συμβιβαστική στάση, όμως, αυτή η αντιλαϊκή πολιτική του ΠΑΣΟΚ δεν ανατράπηκε, αλλά πέρασε. Έτσι το συνδικαλιστικό κίνημα υποχρεώθηκε, κάτω από την καθοδήγηση των ρεφορμιστών της ΕΣΑΚ-ΑΕΜ να μην αντιμετωπίσει αποτελεσματικά αυτή την αντιλαϊκή πολιτική της Κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ.
Αυτή η αμυντική στάση έδωσε το δικαίωμα στην Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ να περάσει σε παραπέρα επίθεση και να νομοθετήσει το άρθρο 4, που μόνο η ανυποχώρητη πάλη της εργατικής τάξης το έβαλε στο περιθώριο.
Το εργατικό κίνημα, όμως, από το 1983, κάτω από την καθοδήγηση των συμβιβασμένων αριστερών κομμάτων, πέρασε σε θέσεις άμυνας τάχα για την «προάσπιση κεκτημένων».
Ακόμα η ανυπαρξία ιδεολογικού μετώπου και πραχτικής δράσης ενάντια στο ρεφορμισμό και ορισμένες λαθεμένες απόψεις γύρω από το ζήτημα των εργοστασιακών σωματείων οδήγησαν στο πέρασμα μεγάλων εργοστασιακών σωματείων στα χέρια της ΠΑΣΚΕ, όπως Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, ΠΥΡΚΑΛ, ΛΑΡΚΟ, ΠΕΣΙΝΕ, Ασπρόπυργος, καθώς και στη γενικότερη άνοδο και εδραίωση των δυνάμεων του ρεφορμισμού με κύριο εκπρόσωπό του την ΠΑΣΚΕ. Επίσης έχουμε και άνοδο των νεοφιλελεύθερων τάσεων με κύριο εκπρόσωπό τους τη ΔΑΚΕ.
Παρ' όλη τη συμβιβαστική στάση των αριστερών κοινοβουλευτικών κομμάτων, πολλά συνδικάτα, που ακολουθούσαν ταξική γραμμή, αγνόησαν τις επιλογές των αριστερών κομμάτων και ήρθαν σε αντιπαράθεση με την κυβερνητική πολιτική, π.χ. οι Ναυτεργάτες, η ΟΤΟΕ, τα συνδικάτα στον ΗΛΠΑΠ και στην ΕΑΣ κλπ. Μέσα σε αυτές τις ταξικές συγκρούσεις με το ρεφορμισμό άρχισαν να απελευθερώνονται δυνάμεις που αντιλαμβάνονταν και το ρόλο της συμβιβασμένης Αριστεράς.
Η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, κυβέρνηση διαχείρισης του καπιταλιστικού συστήματος, και μετά την εκλογική νίκη του 1985, με τη σύμφωνη γνώμη της οικονομικής ολιγαρχίας και των προστατών της (ΕΟΚ - πολυεθνικές) και έχοντας γνώση ως ποιο σημείο μπορεί να της πάνε κόντρα τα συμβιβασμένα κοινοβουλευτικά αριστερά κόμματα, προχώρησε παραπέρα στην εφαρμογή σκληρής πολιτικής, που απαγόρευε για δυόμισι χρόνια τις αυξήσεις.
Η κοινοβουλευτική Αριστερά έκπληκτη μπροστά σε αυτή την αντιλαϊκή πολιτική του ΠΑΣΟΚ, που της έδινε για άλλη μια φορά ένα χαστούκι στις αυταπάτες της για το ρόλο του ΠΑΣΟΚ και στη θεωρία της για «Δημοκρατική Κυβέρνηση», χαρακτήρισε την πολιτική του ΠΑΣΟΚ «συντηρητική στροφή», λες και τα προηγούμενα χρόνια το ΠΑΣΟΚ ακολουθούσε προοδευτική πολιτική.
Αυτή την αντιλαϊκή οικονομική πολιτική η εργατική τάξη την καταδίκασε στην ολότητά της και έδειξε διάθεση για μαζικούς αγώνες ώστε να ανατραπεί αυτή η πολιτική. Πώς αντιμετώπισαν αυτή την αντιλαϊκή οικονομική πολιτική οι άλλες δυνάμεις;
Η «Ν.Δ.», ως αστικό κόμμα, ενώ στα λόγια κατάγγελνε αυτή την πολιτική, για να έχει πολιτικά οφέλη από τη δυσαρέσκεια των εργαζομένων, από την άλλη πλευρά την υποστήριζε και έλεγε ότι το ΠΑΣΟΚ εφαρμόζει τη δική της οικονομική πολιτική, απλώς ότι το ΠΑΣΟΚ είναι κακός εφαρμοστής της φιλελεύθερης αστικής πολιτικής. Από την άλλη πλευρά η κοινοβουλευτική Αριστερά κατάγγειλε αυτή την πολιτική έντονα στα λόγια.
Δυστυχώς, όμως, αυτή η αντεργατική πολιτική πέρασε σχεδόν στην ολότητά της για δυόμισι χρόνια. Μπορούσε άραγε το εργατικό κίνημα να κάνει περισσότερα, μπορούσε να καταργήσει αυτή την πολιτική και να βάλει τη σφραγίδα του σε αυτές τις εξελίξεις και να βγει δυναμωμένο και ρωμαλέο, και συγχρόνως να αποδυναμωθούν ο ρεφορμισμός και η αστική ιδεολογία;
Εμείς απαντούμε πως μπορούσε, αν την καθοδήγηση των αγώνων την είχαν συνδικαλιστικές δυνάμεις που εμπνέονταν από τις αρχές της ταξικής πάλης και της ρήξης με το ρεφορμισμό, και όχι δυνάμεις που εμπνέονταν από τις αρχές της ταξικής συνθηκολόγησης και της πολιτικής να ρίξουμε ορισμένες τουφεκιές για την τιμή των όπλων.
Συγχρόνως καλλιεργούνται απόψεις ότι οι εργαζόμενοι φταίνε που δε συμμετέχουν στους αγώνες, και ότι οι αγώνες γίνονται αναποτελεσματικοί, γιατί δε συμμετέχουν οι εργαζόμενοι Αυτοί που κατηγορούν τους εργαζομένους ότι δε συμμετέχουν είναι αυτοί που έχουν φροντίσει πρώτα να τους κοψομεσιάσουν, καλώντας τους σε απεργίες ασυντόνιστες και όχι κατάλληλα προετοιμασμένες, που δε διαφέρουν σε τίποτε από τις απεργίες των δοτών της ΓΣΕΕ.
Εμείς απαντούμε ότι τις πολιτικές του ευθύνες κανένας πολιτικός φορέας ή συνδικαλιστική οργάνωση δεν πρέπει να τις φορτώνει στην εργατική τάξη.
Οι αγώνες δεν είναι αναποτελεσματικοί, αλλά γίνονται αναποτελεσματικοί όταν καθοδηγούνται από ρεφορμιστές και συμβιβασμένους συνδικαλιστές, που τους έχει αφαιρεθεί κάθε σοβαρή πρωτοβουλία από την ωμή παρέμβαση των κομμάτων τους, που καταργεί κάθε αυτοτέλεια των συνδικάτων και μετατρέπει τους συνδικαλιστές σε απλούς υπαλλήλους των κομμάτων. Ακόμα οι αγώνες ήταν αναποτελεσματικοί γιατί αυτή η παρέμβαση γίνεται με σκοπό να μην οξυνθεί η ταξική πάλη και έρθει το εργατικό κίνημα σε ρήξη με το ρεφορμισμό, αλλά να χρησιμοποιηθεί το εργατικό κίνημα σαν διαπραγματευτικό ατού για να κερδισθούν ορισμένοι πόντοι στο κοινοβουλευτικό παιχνίδι Έτσι σήμερα η άρχουσα τάξη για να εδραιώσει τις θέσεις της και να διαιωνίσει την κυριαρχία της καλλιεργεί το ρεφορμισμό και την ατομική λύση. Κύριος φορέας του ρεφορμισμού στο συνδικαλιστικό κίνημα είναι η ΠΑΣΚΕ (συνδικαλιστική παράταξη του ΠΑΣΟΚ), που στις περισσότερες κινητοποιήσεις των εργαζομένων παίρνει ανοιχτά απεργοσπαστική θέση, φραστικά υποστηρίζει τα δίκαια αιτήματα των εργαζομένων, αλλά όταν υποστηρίζει μια απεργιακή κινητοποίηση το κάνει για να χαλιναγωγήσει τους εργαζομένους και είναι η πρώτη παράταξη που σπάει απεργία. Πολλές φορές για να περάσει τις απόψεις της καταφεύγει στα δικαστήρια και ζητάει διορισμούς υπέρ της. Είναι η παράταξη των δοτών της ΓΣΕΕ.
Η ΔΑΚΕ, συνδικαλιστική παράταξη της «ΝΔ,», υποστηρίζει δημαγωγικά τις περισσότερες απεργιακές κινητοποιήσεις, κηρύσσοντας ότι ο αγώνας των εργαζομένων είναι αγώνας ανατροπής της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ και της λιτότητας. Για να έρθει, όμως, στην κυβέρνηση η «ΝΔ,», που θα προσφέρει και αυτή την ασυδοσία στα μονοπώλια, και στην εργατική τάξη τη λιτότητα.
Η ΔΑΚΕ περιμένει ότι από τη φιλελευθεροποίηση της Οικονομίας θα περισσέψουν μερικά ψίχουλα και για τους εργαζομένους, ουσιαστικά, όμως, προσπαθεί να εκμεταλλευτεί την αγωνιστικότητα των εργαζομένων, για να τους στρέψει ακόμα πιο δεξιά. Και όταν μια αγωνιστική κινητοποίηση των εργαζομένων πάρει χαρακτήρα σύγκρουσης με την Κυβέρνηση είναι και αυτή έτοιμη να κάνει πίσω, γιατί την τρομάζει η πραγματική άνοδος του εργατικού κινήματος.
Για τις παρατάξεις της συμβιβασμένης Αριστεράς (ΕΣΑΚ - ΑΕΜ), έχουμε αναφέρει και πιο πάνω, μπορούμε να προσθέσουμε ότι δικαιολογούν την αδράνειά τους προβάλλοντας την οργανωτική διάσπαση που υπάρχει σήμερα στη ΓΣΕΕ και διαπαιδαγωγούν τους εργαζομένους όχι με την προοπτική της ανατροπής αυτού του συστήματος, αλλά με τη ρεφορμιστική προοπτική της ανάπτυξης νέου τύπου, όπου ο καπιταλισμός θα λύσει τα προβλήματα ανάπτυξης και η εργατική τάξη με την ανάπτυξη θα λύση βασικά προβλήματά της. Επίσης όταν αναπτύσσονται οι αγώνες της εργατικής τάξης και παίρνουν οξυμένη μορφή ρήξης με την κυβέρνηση, είναι οι πρώτοι που προτείνουν πιο ήπιες μορφές πάλης.
Ο ρόλος τους, δηλαδή, στο εργατικό κίνημα είναι η υποστήριξη αγώνων, αλλά πάντα σε ορισμένα «κόσμια» πλαίσια, ανεκτά για την άρχουσα τάξη και το ρεφορμισμό.
Έτσι στους καθηγητές η Ενιαία (ΚΚΕ) ήταν η μόνη συνδικαλιστική παράταξη που τάχτηκε ενάντια στην προοπτική της κλιμάκωσης του αγώνα των καθηγητών, καταψηφίζοντας τη θέση για απεργίες διαρκείας.
Ακόμα το πρόσφατο σπάσιμο της απεργίας της ΟΤΟΕ από την Ενιαία και την ΠΑΣΚΕ μας δείχνει ότι η συμβιβασμένη Αριστερά σε πολλούς χώρους περνάει ανοιχτά με το μέρος του ρεφορμισμού ενάντια στην ανάπτυξη των αγώνων.
Συγχρόνως, όμως, αναπτύσσεται νέο ταξικό πολιτικοποιημένο ρεύμα στο συνδικαλιστικό κίνημα, που παλεύει με συνέπεια για τα προβλήματα των εργαζομένων, που αντιστέκεται στους εκπροσώπους του αστικοφιλελευθερισμού (ΔΑΚΕ) και του ρεφορμισμού (ΠΑΣΚΕ). Είναι το ρεύμα που αμφισβητεί το ρόλο της συμβιβασμένης Αριστεράς (ΕΣΑΚ-ΑΕΜ). Είναι το ρεύμα που απαρτίζεται από απλούς εργαζομένους αγωνιστές, διαγραμμένους από το ΚΚΕ και το παλιό ΚΚΕ Εσ. και αγωνιστές από το χώρο της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς.
Η ανάπτυξη των αγώνων των εργαζομένων, όπως στους καθηγητές, για να ανατραπεί η εισοδηματική πολιτική της Κυβέρνησης, είναι δείγμα αυτής της τάσης ανόδου του εργατικού κινήματος.
Ωστόσο, αυτό το νέο ταξικό ρεύμα, που αναπτύσσεται στο συνδικαλιστικό κίνημα, για να έχει προοπτική πρέπει να ξεφύγει από τα στενά συνδικαλιστικά πλαίσια, να αποχτήσει πανελλαδικό συντονισμό. Επίσης πρέπει να συμπεριλάβει όλες τις δυνάμεις που αντιπαλεύουν με συνέπεια την άρχουσα τάξη και τους συμβιβαστές και να λειτουργεί πάνω στις αρχές της συμμετοχής των εργαζομένων στα προβλήματα που τους αφορούν και για την υπεράσπιση των συμφερόντων τους από ταξικές θέσεις.
Η δημιουργία μαρξιστικού λενινιστικού πολιτικού φορέα θα συμβάλει προς αυτή την κατεύθυνση.
Το ζήτημα, δηλαδή, στο συνδικαλιστικό κίνημα δεν είναι οργανωτικό, όπως προσπαθούν να πουν μερικοί. Είναι καθαρά πολιτικό ζήτημα για την επικράτηση των δυνάμεων που εμπνέονται από τις αρχές της ταξικής πάλης και της επαναστατικής δράσης, και το παραμέρισμα από το εργατικό κίνημα των εκπροσώπων της αστικής τάξης και του ρεφορμισμού, καθώς και των κομματικών γραφειοκρατών.
Αρχή μας είναι ότι οι εργαζόμενοι δεν είναι αντικείμενα της πολιτικής, αλλά ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ.
Θέση μας είναι ότι το συνδικαλιστικό κίνημα πρέπει να διαπνέεται και να καθοδηγείται από τα σοσιαλιστικά ιδανικά και τους στόχους της εργατικής τάξης.
Είμαστε ξεκάθαρα ενάντια στη μετατροπή των συνδικάτων σε απλές οικονομίστικες οργανώσεις, που παλεύουν μόνο για τη βελτίωση της θέσης τους στο τωρινό κοινωνικολιτικό σύστημα. Σεβόμαστε, όμως, την οργανωτική τους αυτοτέλεια και λειτουργία. Σε αντιδιαστολή με το κόμμα, αυτά πρέπει να είναι πλατιές οργανώσεις, που θα συνενώνουν ακόμα και αυτούς τους εργάτες που κατανοούν μόνο την ανάγκη της πάλης ενάντια στα μονοπώλια και στην κυβέρνησή τους.
Παράλληλα θεωρούμε ότι είναι καθήκον μας με τη δράση μας στο συνδικαλιστικό κίνημα να μπει φραγμός σε αστικές και ρεφορμιστικές αυταπάτες, καθώς και στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, που έγινε καθεστώς και τροχοπέδη στους αγώνες των εργαζομένων, γιατί παζαρεύει και ξεπουλάει αποχτημένα δικαιώματα στο όνομα της άχρωμης ταξικής ενότητας, που ωφελεί μόνο τους εχθρούς της εργατικής τάξης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΦΟΡΕΑ


Για να πραγματοποιηθούν, όμως, όσα προαναφέραμε, για να αποχτήσει το συνδικαλιστικό κίνημα και πάλι επιθετική και όχι αμυντική στρατηγική, η ζωή επιβάλλει σήμερα να συγκροτηθεί, εκτός από τον πολιτικό, και συνδικαλιστικός φορέας, που θα μελετάει, θα αναλύει τα γεγονότα και τις εξελίξεις και θα παρεμβαίνει με ανακοινώσεις και άλλα μέσα για κοινή και συντονισμένη δράση των διάφορων μαζικών οργανώσεων. Υπάρχει, λοιπόν, ανάγκη να συγκροτήσουμε συνδικαλιστικό όργανο, απαραίτητο για την προώθηση των αγώνων των εργαζομένων.
Για τη δημιουργία συνδικαλιστικών οργανώσεων υπάρχουν πολλοί δραστήριοι συνδικαλιστές με πολύπλευρη πείρα στους μαζικούς αγώνες.
Στο σημερινό στάδιο του αγώνα το συνδικαλιστικό κίνημα βρίσκεται σε αδιέξοδο επειδή είναι διασπασμένο από τα πολιτικά κόμματα, την Κυβέρνηση και την εργοδοσία. Οι διάφορες συνδικαλιστικές παρατάξεις εξαρτιούνται από τα κόμματα και αδυνατούν να δώσουν διέξοδο στο σημερινό στάδιο της πάλης των εργαζομένων.
Γι' αυτό, ύστερα από σωστή εκτίμηση της κατάστασης του συνδικαλιστικού κινήματος, διαπιστώνεται η ανάγκη να αρχίσει από τα κάτω μαζικό, πολιτικοποιημένο συνδικαλιστικό κίνημα σε κάθε κλάδο και επιχείρηση, μακριά όμως από την οργανωτική εξάρτηση και επιτήρηση των κομμάτων, της εργοδοσίας και της Κυβέρνησης.
Είναι επίσης επείγουσα ανάγκη να εκπονηθεί και να εφαρμοστεί στην πράξη πρόγραμμα διεκδικήσεων.


2. ΖΩΤΙΚΗ ΑΝΑΓΚΗ Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΦΟΡΕΑ


Όταν σήμερα ο οπορτουνισμός σπέρνει τη σύγχυση και τις ταλαντεύσεις τόσο στο ΚΚΕ όσο και στα άλλα αριστερά κοινοβουλευτικά κόμματα, όταν οι ΚΟΒ έχουν αποξενωθεί από το χώρο τους και τα προβλήματά τους, όταν η λειτουργία των ΚΟΒ έχει υποβιβαστεί και οι Γενικές Συνελεύσεις έχουν πάρει χαρακτήρα ευκαιριακό με κύριο μέλημα την... απλή αναλογική, όταν τα μέλη αυτών των κομμάτων έχουν μετατραπεί σε φοροεισπράκτορες με τα κουπόνια στο χέρι ή διακινητές των εφημερίδων τους. Όταν δεν υπάρχει πια ούτε ίχνος εσωκομματικής δημοκρατίας, παρά μόνο συγκεντρωτισμός και πλήθος ντιρεκτίβες, τότε μεγαλώνουν πιο πολύ ο αυταρχισμός, η αυθαιρεσία, η κατάχρηση εξουσίας κι η προσωπολατρία στους «ηγέτες».
Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι πάρα πολλά μέλη, στελέχη και οπαδοί αυτών των συμβιβασμένων αριστερών κοινοβουλευτικών κομμάτων να έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους στις ηγεσίες, να απογοητεύονται και να αδρανούν. Και να αποσύρονται σιγά σιγά σπίτι τους, κυριευμένοι από απάθεια.
Άλλοι, πάλι, μην μπορώντας να δουν οτιδήποτε έξω, κυρίως, από το ΚΚΕ, ζουν με τη γνωστή νοοτροπία υποταγής και την αυταπάτη ότι από μέσα παλεύοντας θα ανατρέψουν την ηγεσία και θα αλλάξουν τη γραμμή!
Η ιστορία, όμως, παλαιότερα κι η ζωή σήμερα δείχνουν ότι η επιδίωξη για την αλλαγή της ηγεσίας του ΚΚΕ από τα μέσα κι από τα κάτω είναι αδύνατη, είναι επίπονος αγώνας χωρίς αποτέλεσμα, είναι ουτοπία.
Ειδικότερα αυτό ισχύει πιο πολύ σήμερα για την ομάδα Φλωράκη, που κατάφερε όχι μόνο να εδραιώσει τη θέση της μέσα στο κόμμα (ΚΚΕ), αλλά και να δημιουργήσει μηχανισμό κάθετα και οριζόντια στο κόμμα με ομοίους της, που αρχίζουν να την ξεπερνάνε σε μακιαβελισμό.
Γι' αυτό χρειάζονται επίμονες προσπάθειες για να πείσουμε με όλα τα ατράνταχτα στοιχεία, που έχουμε σήμερα στα χέρια μας, κάθε αγωνιστή που καίει μέσα του η φλόγα της ελπίδας και της πίστης στα πανανθρώπινα ιδανικά του μαρξισμού - λενινισμού για την ανάγκη να δημιουργηθεί νέος Επαναστατικός Πολιτικός Φορέας. Να πείσουμε αυτούς που πιστεύουν ακόμα στην αναγκαιότητα της Σοσιαλιστικής Επανάστασης, του μόνου δρόμου που οδηγεί την εργατική τάξη και τους άλλους εργαζομένους σε δίκαιη κοινωνία, απαλλαγμένη από την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.
Να τους πείσουμε πως η διέξοδος από το σημερινό αδιέξοδο είναι η' συγκρότηση συνεπούς επαναστατικού φορέα, που θα συγκεντρώσει όλες τις ταξικές και επαναστατικά σκεπτόμενες δυνάμεις, τους χιλιάδες απογοητευμένους και πικραμένους αγωνιστές από την προδοσία των ηγεσιών της συμβιβασμένης κοινοβουλευτικής Αριστεράς. Ο φορέας αυτός θα γίνει η ελπίδα κι ο φάρος που θα φωτίσει το δρόμο του αγώνα, γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η παγκόσμια ιστορική πείρα μάς διδάσκει ότι τίποτα δεν καταχτιέται χωρίς σκληρό και ανειρήνευτο ταξικό αγώνα.

***

Κλείνοντας το σκελετό της πολιτικής μας πλατφόρμας θα ήταν σοβαρή παράλειψη αν δεν αναφερόμασταν και σε ορισμένες βασικές αρχές που πρέπει να στηρίζουν και να καθοδηγούν το νέο πολιτικό φορέα που προτείνουμε. Χωρίς να αποκλείσουμε και οποιαδήποτε άλλη εποικοδομητική πρόταση - αντίθετα την επιζητούμε πιστεύουμε πως το νέο φορέα πρέπει να τον διακρίνουν και τα εξής:
1) Συλλογικότητα, δημοκρατία και διαφάνεια σε όλες του τις δραστηριότητες.
2) Το πάρσιμο κάθε απόφασης θα είναι αποτέλεσμα συλλογικής προσπάθειας και διαλόγου, θα βγαίνει μέσα από αντιπαράθεση και πάλη γνωμών και με την ύπαρξη πλειοψηφίας και μειοψηφίας.
3) Το δικαίωμα διαφωνίας ως το πάρσιμο της απόφασης δε δημιουργεί στη μειοψηφία κανένα πρόβλημα ή υποτιμητική μεταχείριση από την πλειοψηφία.
4) Καθημερινή προσπάθεια από όλους για την καλλιέργεια κλίματος συντροφικότητας, ανάπτυξη του αισθήματος της ευθύνης, τη συμμετοχή ΟΛΩΝ στις δραστηριότητες του φορέα, καθώς και στην ανάπτυξη εποικοδομητικής κριτικής και αυτοκριτικής.
5) Κάθε δραστηριότητα του φορέα θα διακρίνεται από διαφάνεια και αυτοκριτική τόλμη σε περίπτωση λαθών.
6) Η διαμόρφωση της πολιτικής γραμμής του φορέα καθορίζεται κι αποφασίζεται ύστερ' από γενική συζήτηση, όπου υποχρεωτικά παίρνουν μέρος ΟΛΑ τα μέλη του φορέα κι εκφράζονται άφοβα και υπεύθυνα.
7) Κανείς δεν είναι ανεξέλεγκτος. Το πνίξιμο οποιασδήποτε γνώμης, η αυθαιρεσία, η κατάχρηση εξουσίας και το τσαλαπάτημα της αξιοπρέπειας των μελών του φορέα είναι βαρύτατο κι απαράδεκτο παράπτωμα. Κάθε τέτοιος παραβάτης βάζει αυτόματα τον εαυτό του έξω από το φορέα οποιαδήποτε θέση κι αν έχει.
8) Όταν προκύψει κάποιο πρόβλημα από ομάδα συντρόφων σε ζητήματα αρχών, εσωκομματικής δημοκρατίας ή πολιτικής γραμμής, η καθοδήγηση του φορέα είναι υποχρεωμένη να απευθυνθεί σε όλα τα μέλη του φορέα για διεξαγωγή γενικής ανοιχτής συζήτησης από όπου θα βγει απόφαση της πλειοψηφίας.
9) Τέλος, προϋπόθεση για την πραγμάτωση των σκοπών του φορέα μας είναι η δημοκρατική του λειτουργία, ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός με βάση τις αρχές του ΜΑΡΞΙΣΜΟΥ - ΛΕΝΙΝΙΣΜΟΥ και του ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΚΟΥ ΔΙΕΘΝΙΣΜΟΥ και η προσήλωση όλων μας στον παράγοντα ΑΝΘΡΩΠΟ.

Συναγωνίστριες και συναγωνιστές,

Ξανατονίζουμε αυτό που είχαμε πει και στις 21.3.88 στη σύσκεψη όταν συγκροτήσαμε την ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΩΝ (Π.Ε.Κ.). Τίποτα από ό,τι δημοσιεύσαμε δεν είναι τελεσίδικο. Τόσο η πολιτική πλατφόρμα όσο και η ονομασία του νέου πολιτικού φορέα είναι για συζήτηση. Ξέρουμε ότι στις ΘΕΣΕΙΣ μας έχουμε πολλές ελλείψεις. Μας λείπουν από ορισμένα πράγματα οι αναγκαίες γνώσεις ειδικών. Κι αυτό συμβαίνει γιατί η συντριπτική πλειονότητα, σχεδόν όλοι μας, είμαστε ΕΡΓΑΤΕΣ. Έχουμε, όμως, μέσα μας ΑΣΒΕΣΤΗ τη φλόγα του αγώνα και την πίστη στα πανανθρώπινα ιδανικά του μαρξισμού - λενινισμού.

Καμία προδοσία των συμβιβασμένων, κανένας οπορτουνισμός και συμβιβασμός ορισμένων «ηγετών)) δε θα μας απογοητεύσει και δε θα μας ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙ. Είμαστε βέβαιοι ότι η ακατανίκητη δύναμη του ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΥ θα θριαμβέψει και στη χώρα μας με την ασίγαστη και ανειρήνευτη πάλη όλων των επαναστατών αγωνιστών.
Γι' αυτό στόχος και φιλοδοξία μας είναι να συγκεντρωθούν όσο το δυνατό περισσότερες προτάσεις και υποδείξεις για ολοκληρωμένη πολιτική πλατφόρμα, που θα αποτελέσει την πυξίδα της πάλης όλων μας για επαναστατική πορεία, για την πραγμάτωση και στη χώρα μας της ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ.

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Στη διάρκεια της δημοσίευσης των θέσεων πήραμε διάφορες προτάσεις από συναγωνιστές. Οι προτάσεις τους είναι κατά τη γνώμη μας σωστές. Τις δημοσιεύσαμε στη «Φωνή της Δευτέρας» και μπαίνουν σήμερα συνοπτικά στο φυλλάδιο ως συμπλήρωμα των θέσεων μας:

ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

Είναι πολύ σημαντική η προσπάθεια να βγει πολιτική διακήρυξη τόσο για να ξεκαθαριστούν ορισμένα βασικά ζητήματα όσο και για την ίδια την πορεία του λαϊκού μας κινήματος.

Ορισμένες παρατηρήσεις στην εισαγωγή των θέσεων που δημοσιεύτηκε στη ΦΩΝΗ της ΔΕΥΤΕΡΑΣ στις 21.3.88.

1. Στην πέμπτη παράγραφο που αναφέρει «Το σημείο αμφισβήτησης ήταν: Με ποια κόμματα θα σχηματιστεί η Δημοκρατική Κυβέρνηση», και γιατί στο λαϊκό κίνημα η ηγεσία του ΚΚΕ αντί να ακολουθεί πρωτοπόρα πολιτική ακολουθεί πολιτική ουράς απέναντι στο ρεφορμισμό. Στο ερώτημα δε δόθηκε απάντηση, ούτε και στο 120 Συνέδριο». Γιατί από το 1981 μέσα στο ΚΚΕ οι αντιρρήσεις και οι προβληματισμοί δεν ήταν μόνο πάνω στη συμβιβαστική θέση για δημοκρατική κυβέρνηση, αλλά και στο πώς εκφραζόταν αυτή η γραμμή στο λαϊκό κίνημα, όπου ουσιαστικά τα μέλη του ΚΚΕ έπρεπε να γίνουν η σκιά των μελών του ΠΑΣΟΚ, για να τους έχουμε από κοντά, για να πετύχουμε οπωσδήποτε μαζί τους κάποια συνεργασία, έστω και χωρίς αρχές, και όχι έντονη κριτική προς το ΠΑΣΟΚ και για να μην τους στενοχωρούμε και χαλάσει η δημοκρατική συνεργασία, ουσιαστικά ο αγώνας που κάναμε ήταν πάντα σε ορισμένα πλαίσια ανεχτά από το ρεφορμισμό. Και σε καμία περίπτωση δεν είχαμε στο εργατικό κίνημα μέτωπο ενάντια στο ρεφορμισμό και όπου υπήρχε τέτοιο μέτωπο αυτό οφειλόταν σε κομματικές οργανώσεις και συντρόφους που κρατούσαν ταξική στάση. Σταδιακά, όμως, όσοι σύντροφοι κρατούσαν ταξική στάση απομονώθηκαν και διαγράφτηκαν. Την ίδια τύχη είχαν και οι εργατικές κλαδικές οργανώσεις που διαλύθηκαν από την ηγεσία του ΚΚΕ. Και όλα αυτά γιατί δεν είχαμε προοπτική να τους ξεσκεπάσουμε, αλλά να κάνουμε μαζί τους συνεργασία, για να ανοίξουμε το δρόμο για την αλλαγή, που θα γινόταν με τη συμμετοχή του ΚΚΕ σε ρόλο κομπάρσου σε μια κυβέρνηση των ρεφορμιστών. Αυτό είναι ένα ερώτημα στο οποίο δεν έδωσαν απάντηση ΠΟΤΕ.
2. Να αιτιολογήσουμε γιατί η νέα στρατηγική του ΚΚΕ, που υιοθετήθηκε από το 120 Συνέδριο, ενώ στα μάτια του κόσμου φαίνεται πιο αριστερή, στην πραγματικότητα είναι πιο δεξιά, γιατί ουσιαστικά προσανατολίζει το λαϊκό κίνημα στο κοινοβουλευτικό πέρασμα στο σοσιαλισμό και δέχεται ότι η αλλαγή θα γίνει με βαθμιαίες μεταρρυθμίσεις από κυβέρνηση της Αριστεράς που θα έχει ως πρόγραμμα την ανάπτυξη νέου τύπου. Εμείς πιστεύουμε ότι χωρίς τον ηγετικό ρόλο της εργατικής τάξης και χωρίς ρήξη με την άρχουσα τάξη δεν μπορείς να καταλάβεις την πολιτική εξουσία, που πρέπει να είναι η εξουσία της Δικτατορίας του Προλεταριάτου. Ο Μαρξ έλεγε «Η ΒΙΑ είναι μαμή της Ιστορίας». Ανεξάρτητα αν η βία είναι ένοπλη ή χωρίς όπλα.
Είναι αυταπάτη να νομίζεις ότι μπορεί να αναμορφωθεί ο καπιταλισμός με την ανάπτυξη νέου τύπου, αυτό είναι ρεφορμισμός σε νέα έκδοση.
3. Να αναφέρουμε γιατί σβήνουν τα Κ.Κ. στη Δυτική Ευρώπη: Η βασικότερη αιτία είναι ότι τα περισσότερα έχουν εγκαταλείψει το μαρξισμό
λενινισμό και την επαναστατική δράση, έχουν μπει στο κοινοβουλευτικό παιγνίδι, έτσι μπορούν να επιβιώσουν μόνο ως ρεφορμιστικά κόμματα, αλλά όχι ως επαναστατικά.
Άλλη βασική αιτία είναι η πολιτική ουράς που ακολούθησαν απέναντι στη σοσιαλδημοκρατία.
Τραγικό παράδειγμα είναι το Κ.Κ. Γαλλίας με την περιβόητη κυβέρνηση της Αριστεράς (Κ.Κ. Γαλλίας - Μιτεράν).
Η τρίτη αιτία είναι ότι έχουν μετατραπεί πολλά από αυτά σε αποστεωμένους γραφειοκρατικούς μηχανισμούς μακριά από την πραγματικότητα και τον παλμό της εργατικής τάξης.
4. Να τονίσουμε περισσότερο την ανάγκη να δημιουργηθεί συνεπής επαναστατικός φορέας.
Όταν σήμερα χιλιάδες πρωτοπόροι αγωνιστές βλέπουν με δυσπιστία τη συνθηκόλογη πολιτική που ακολουθούν τα αριστερά κόμματα απέναντι στο κατεστημένο και στο ρεφορμισμό, που στην πράξη τον στηρίζουν, τότε όλοι αυτοί οι αγωνιστές αναζητούν κάτι που θα εκφράσει το δυναμισμό τους, κάτι που θα οδηγήσει το Λαϊκό Κίνημα στο Δρόμο του Αγώνα και της Επαναστατικής Πάλης. Αυτό το κενό έρχεται να καλύψει η δημιουργία συνεπούς επαναστατικού φορέα, που θα στηρίζεται στο μαρξισμό - λενινισμό και στον προλεταριακό διεθνισμό, που θα μετατρέψει σε οργανωμένη δύναμη όλη αυτή τη δυσπιστία και την αμφισβήτηση, στη βάση του ανεβάσματος της προσωπικότητας του κάθε αγωνιστή για την ανάπτυξη της ταξικής πάλης, για αγωνιστική πορεία προς το σοσιαλισμό.

Η ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ, ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΕΟΣ ΤΗΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ

Ζούμε σε περίοδο κρίσης πολιτικής, οικονομικής, πολιτιστικής και κοινωνικής.
Η αστική τάξη, όμως, χρησιμοποιώντας τις νέες τεχνολογίες (Επιστημονικοτεχνική Επανάσταση) και για να παρατείνει την κυριαρχία της, έχει εξαπολύσει τρομαχτική αντεπίθεση, εκμεταλλευόμενη το γεγονός ότι ο επιστημονικός σοσιαλισμός στα κράτη όπου εφαρμόζεται με τις διαστρεβλώσεις και παραμορφώσεις που έγιναν δεν είναι πιο ελκυστικός από το «σοσιαλισμό», π.χ., της Σουηδίας κλπ.
Ο μέσος Έλληνας δε διακινδυνεύει για σοσιαλισμό τύπου Ρουμανίας, που τον θεωρεί - πολύ σωστά - χειρότερο από το «σοσιαλισμό» της σοσιαλδημοκρατίας.
Τι κάνει, λοιπόν, η Αριστερά και ειδικότερα η κομμουνιστική Αριστερά μπροστά σε αυτή την πολύπλοκη κατάσταση;

Εμφανίζεται άβουλη, συμβιβασμένη, εγκλωβισμένη σε κατάσταση μόνιμης και μίζερης αυταρέσκειας, ανίκανη να οδηγήσει σε κάποια διέξοδο από την κρίση, ανίκανη να καθοδηγήσει ουσιαστικές πολιτικές εξελίξεις.
Στη χώρα μας οι συνέπειες αυτής της κατάστασης οδηγούν χιλιάδες εργαζομένους σε απογοήτευση και πολιτική αποστράτευση, φαινόμενα που δυστυχώς τείνουν να πάρουν μαζικές διαστάσεις.
Ο καπιταλισμός είναι γεγονός πως έχει χρεοκοπήσει και μόνη διέξοδος από αυτή την κρίση είναι ο επιστημονικός σοσιαλισμός.
Η παγκόσμια και ειδικότερα η ευρωπαϊκή πραγματικότητα διαψεύδουν τις αναλύσεις και τα ντοκουμέντα πολλών κομμουνιστικών κομμάτων, που μιλάνε για κατάρρευση του καπιταλισμού στο άμεσο μέλλον.
Ο καπιταλισμός σε ορισμένες χώρες, και μάλιστα αναπτυγμένες, έχει ακόμα ζωή, μπορούμε, όμως, να του τη συντομεύσουμε. Γιατί ο καπιταλισμός δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τα μεγάλα οικονομικά, κοινωνικά και οικολογικά προβλήματα της εποχής μας.

Οι λαοί στις καπιταλιστικές χώρες ζούνε με το άγχος που μεγαλώνει καθημερινά και με την ανεργία να παίρνει δραματικές διαστάσεις.
Ο καπιταλισμός, λοιπόν, μπορεί να μην ξόφλησε ακόμα, αλλά στις παραδοσιακά αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, όπως η Γαλλία, η Δυτική Γερμανία κ.ά., είναι βαριά άρρωστος και ανήμπορος να λύσει τα προβλήματα που ο ίδιος δημιουργεί.
Σ' αυτές τις χώρες, όπως και στη χώρα μας, που συνδέεται μαζί τους στην ΕΟΚ, μπαίνει το καθήκον στις επαναστατικές δυνάμεις να εντείνουν την πάλη τους για το γκρέμισμα του καπιταλισμού.
Αυτή η λύση, που είναι ιστορική αποστολή της εργατικής τάξης και των συμμάχων της και καθήκον της κομμουνιστικής Αριστεράς, απαιτεί ενιαία και κοινή δράση.
Ο καπιταλισμός θα ανατραπεί έπειτα από κοινή δράση των δυνάμεων αυτών που θα έχουν για οδηγό τους τις υποθήκες και την πείρα του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος, τη θετική αλλά και την αρνητική πείρα του, και τη μαρξιστική- λενινιστική θεωρία στη δράση τους.
Σήμερα που η «περεστρόικα» καταχτάει καθημερινά πλατιές μάζες του σοβιετικού λαού, σήμερα που η διαφάνεια βοηθάει στην αποκατάσταση της σοσιαλιστικής νομιμότητας, ενεργοποιώντας έτσι τις αστείρευτες δυνάμεις του σοσιαλισμού για παραπέρα ανάπτυξή του, αποκαθιστώντας ταυτόχρονα το χαμένο κύρος του υπαρκτού σοσιαλισμού, βρίσκει αντανάκλαση και βοηθάει το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα να ενεργοποιήσει τους εργαζομένους για να περάσουν στην αντεπίθεση, πρέπει να γεννηθεί κάτι το καινούριο στο κομμουνιστικό κίνημα στη χώρα μας, για να τσακιστεί το σάπιο καθεστώς της αστικής τάξης, που θα είχε καταρρεύσει από την πάλη του επαναστατικού κινήματος, αν δεν το βοηθούσαν ουσιαστικά οι οπορτουνιστές, οι αναθεωρητές και όλοι αυτοί που μιλούν στο όνομα δήθεν της εργατικής τάξης, ενώ ταυτόχρονα συμπλέουν με τους αστούς, έχοντας απαρνηθεί την επαναστατική αλλαγή και την εξουσία της εργατικής τάξης, που δεν είναι άλλη από τη δικτατορία του προλεταριάτου.
Αυτό το νέο, που δεν είναι εγκεφαλικό κατασκεύασμα, αλλά απαίτηση των καιρών, θα το προωθήσει η δράση των μελών και στελεχών και η στρατηγική και ταχτική της ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΩΝ.

ΣΚΟΠΙΜΗ ΣΥΓΧΥΣΗ ΙΔΕΩΝ ΚΑΙ ΛΕΞΕΩΝ

Χρόνια τώρα οι αστοί κυβερνήτες και οι πουλημένοι σε αυτούς κονδυλοφόροι είχαν βρει την πανάκεια για όλα τα κοινωνικά προβλήματα που το καπιταλιστικό καθεστώς από τη φύση του όχι μόνο δεν μπορεί να λύσει, αλλά τα οξύνει περισσότερο.
Η πανάκεια αυτή ήταν ο αντικομμουνισμός. Για ό,τι κακό συνέβαινε έφταιγαν οι κομμουνιστές.

Απεργίες γίνονταν, τις έκαμναν οι κομμουνιστές και όχι οι εργάτες που πεινούσαν, πληθωρισμός μεγάλος, τον προκαλούν οι κομμουνιστές, που καλούν τους εργάτες να ζητούν μεγαλύτερους μισθούς.

Χρόνια τώρα για να καλύπτουν τις υπέρογκες στρατιωτικές δαπάνες που γινόταν κατ' εντολή του ΝΑ ΤΟ και των Αμερικανών μάς παρουσίαζαν τον περίφημο «κίνδυνο από Βορρά». Ο αντικομμουνισμός, λοιπόν, έδινε και έπαιρνε.
Βασικός του εμπνευστής ήταν το εξαρτημένο μεταβαρκιζιανό καθεστώς της Δεξιάς και των στηριγμάτων της. Τα δεινά του αντικομμουνισμού είναι γνωστά στη χώρα μας και στο όνομά του, για την αντιμετώπιση, δήθεν, κομμουνιστικού κινδύνου, εγκαθιδρύθηκε και η αμερικανοκίνητη δικτατορία το 1967.

Η πτώση της και η νομιμοποίηση του ΚΚΕ ήταν η επίσημη παραδοχή από τη Δεξιά ότι ο αντικομμουνισμός πάλιωσε σαν όπλο και δεν αποδίδει πια. Μάλιστα από ορισμένους αστούς θεωρητικούς διατυπώθηκε η άποψη πως ο αντικομμουνισμός φέρνει τα αντίθετα από τα αναμενόμενα αποτελέσματα.

Δυστυχώς, αυτό το παλιό, σκουριασμένο όπλο των αστών το ξέθαψαν ορισμένοι κατ' όνομα «κομμουνιστές» και το χρησιμοποίησαν - και το χρησιμοποιούν - εναντίον όλων αυτών που έκαναν χρήση του αναφαίρετου δικαιώματός τους να ασκούν κριτική και να αμφισβητούν κάποιες ολέθριες, για το κομμουνιστικό κίνημα στη χώρα μας, επιλογές.
Τέτοιες επιλογές διαχείρισης του τωρινού κοινωνικοπολιτικού συστήματος από τα «αριστερά»έχουν γίνει και σήμερα από το ΚΚΕ και από την Ε.ΑΡ. (διάβασε Θέσεις της Πανελλαδικής Ένωσης Κομμουνιστών).

Όποιος, λοιπόν, κάνει κριτική ή αμφισβητήσει αυτές τις επιλογές ή προτείνει άλλη διέξοδο επαναστατική, κατά τη γνώμη τους είναι αντικομμουνιστής (SIC), πράκτορας της CIA και δε συμμαζεύεται Με αυτή τη λογική αντικομμουνιστές έλεγαν και όλους τους αριστερούς και κομμουνιστές που τολμούσαν να πουν κάτι για την μπρεζνιεφική ή σταλινική περίοδο στην ΕΣΣΔ.

Όταν, όμως, όλα αυτά, που συνέβαιναν πραγματικά, ειπώθηκαν από το γραμματέα του ΚΚΣΕ σ. Μ. Γκορμπατσόφ, οι δικοί μας ανεγκέφαλοι έμειναν άφωνοι. Ο αντικομμουνισμός αποδείχτηκε, λοιπόν, για άλλη μια φορά ότι έχει κοντά ποδάρια.
Στην περίπτωση, όμως, που στις σημερινές συνθήκες κάποιος σιωπά μπροστά στην παραβίαση των αρχών του μαρξισμού - λενινισμού, στη διαστρέβλωση της πραγματικότητας και ταυτόχρονα αποφεύγει την αυτοκριτική και κριτική τοποθέτηση απέναντι στα γεγονότα, τότε κάνει τόσο μεγάλη ζημιά στο κομμουνιστικό κίνημα, ώστε αυτός πραγματικά και δίκαια θα μπορούσε να φέρνει τον τίτλο του σύγχρονου αντικομμουνιστή.
Όλα τα πιο πάνω τα έχει καταλάβει η ηγεσία του ΚΚΕ και έχει αντικαταστήσει το αντικομμουνιστής με αντιΚΚΕ!

Κι αρχίζει να επαναλαμβάνεται η ίδια ιστορία στο ίδιο μοτίβο, όποιος δε συμφωνεί με το ΚΚΕ και τους χειρισμούς της οπορτουνιστικής του ηγεσίας είναι αντιΚΚΕ και πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν τέτοιος! Επομένως, σύμφωνα πάντα με την ηγεσία του ΚΚΕ, όποιος δεν αποβάλλει το «αντιΚΚΕ σύμπλεγμα», δηλαδή, με άλλα λόγια, δεν πάψει να κριτικάρει την ηγεσία και να αμφισβητεί τα πεπραγμένα, είναι αντιΚΚΕ, δε θεωρείται καν προοδευτικός και δε νοείται καμία συνεργασία μαζί του από τους Συλλόγους Γονέων και Κηδεμόνων ίσαμε την περιβόητη πια συνεργασία των δυνάμεων της Αριστεράς με γνωστή κατεύθυνση προς το... σοσιαλισμό. Έτσι η ηγεσία του ΚΚΕ δε «βλέπει» ότι οι χιλιάδες διαγραμμένοι από αυτό το κόμμα μπορούν να έχουν θέση σε συσπείρωση της Αριστεράς, που θα ήθελε η ζωή να γίνει με άλλον τρόπο και άλλους στόχους.
Η λύση, λοιπόν, για να πούμε «τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη», είναι η κριτική και αυτοκριτική τοποθέτηση απέναντι στα όποια λάθη έγιναν και γίνονταιΚαι η ζωή θα δείξει ποιοι πραγματικά αντέχουν πάνω σε αυτές τις διαδικασίες και μπορούν να έχουν περήφανα τον τίτλο του κομμουνιστή.

ΧΩΡΙΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ Η ΠΑΛΗ «ΑΠΟ ΜΕΣΑ»

«Απευθύνομαι στους αναγνώστες της ΦΩΝΗΣ αν και δεν ανήκω στην Πανελλαδική Ένωση Κομμουνιστών, αλλά σε οργάνωση που βρίσκεται στην εξωκοινοβουλευτική Αριστερά. Με αυτό μου το σημείωμα θέλω να «μιλήσω» στα μέλη του ΚΚΕ, επειδή ξέρω ότι πολλοί διαβάζουν αυτή την εφημερίδα. Θέλω με επιχειρήματα - όσο επιτρέπει ο χώρος - να τους δείξω ότι η πάλη «από μέσα» δεν μπορεί σήμερα να φέρει κανένα αποτέλεσμα. Και λέω σήμερα, γιατί, επικαλούμενοι την ιστορία του μπολσεβικισμού, για να δικαιολογήσουν τη δράση «από μέσα», αυτοί οι σύντροφοι που παραμένουν μέσα στο ΚΚΕ, γνωρίζοντας τα χάλια του, παραβλέπουν πρώτα πρώτα τρία βασικά ζητήματα κλειδιά για την κατανόησή της:
1) Τις αρχές της οργανωτικής συγκρότησης των κομμάτων της II Διεθνούς.
2) Τη φάση στην οποία βρισκόταν ο οπορτουνισμός σε παγκόσμιο επίπεδο στην περίοδο που την επικαλούνται
3) Το καινούριο που έφερε ο μπολσεβικισμός στα ζητήματα της πολιτικής και της οργάνωσης, και την πάλη που έκανε σ' ολόκληρο το σοσιαλδημοκρατικό κίνημα.
Τα κόμματα της 11 Διεθνούς αλλά και η ίδια η Διεθνής δεν ήταν οργανωμένα στη βάση των αρχών του κόμματος νέου τύπου. Μέσα σ' αυτά συνυπήρχαν διάφορες πτέρυγες, που, ανάλογα με τις συνθήκες, εκδηλώνονταν ανοιχτά και έδιναν μάχες στον Τύπο ή στα κομματικά συνέδρια. Στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο μέσα στα τυπικά ενιαία σοσιαλδημοκρατικά κόμματα δημιουργήθηκαν και έδρασαν ανοιχτά τρία ρεύματα: το οπορτουνιστικό-σοσιαλσοβινιστικό, το «κέντρο» (ο βάλτος, όπως έλεγε ο Λένιν) και το αριστερό επαναστατικό.

Στην περίοδο ως το ξέπεσμα του ιμπεριαλιστικού πολέμου, ο οπορτουνισμός, που εμφανιζόταν στους ηγέτες της ΙΙ Διεθνούς, θεωρούνταν γενικά ανεκτός, αφού συνυπήρχε με την επαναστατική δράση των κομμάτων και δεν είχε εξελιχτεί σε ανοιχτό υποστηρικτή της αστικής τάξης και προδότη της επανάστασης. Θεωρούνταν ακόμη«φράξια του κομμουνισμού». Η περίοδος1903-1912, όπου οι μπολσεβίκοι συνυπάρχουν στο ΣΔΕΚΡ είναι περίοδος πάλης ενάντια σε όλα τα ρεύματα του οπορτουνισμού (οικονομισμός, μενσεβικισμός, οτζοβισμός, λικβινταρισμός κλπ.), περίοδος ανάπτυξης των αρχών του κόμματος νέου τύπου, περίοδος ένταξης των επαναστατών εργατών στο πλευρό του μπολσεβικισμού. Τι κοινό έχει αυτή η πάλη με τις σημερινές απόψεις της δράσης «από μέσα»; Καμία απολύτως. Ολη αυτή την περίοδο οι μπολσεβίκοι δρούσαν ως ανεξάρτητο, συγκροτημένο ρεύμα, με δικό τους καθοδηγητικό κέντρο, δικό τους Τύπο, δικό τους εκδοτικό μηχανισμό. Έκαναν ανοιχτά την πάλη ενάντια στον οπορτουνισμό. Και οι όποιοι ελιγμοί και συμμαχίες έγιναν, στα πλαίσια του ΣΔΕΚΡ έγιναν με μοναδικό σκοπό να εξασφαλίσουν την ενότητα δράσης των επαναστατών εργατών, παράλληλα με τον ανοιχτό ιδεολογικοπολιτικό αγώνα λενινιστικού τύπου.
Αλλά να αναφερθώ αναλυτικά και πιο εκτεταμένα δεν μπορώ, γιατί γνωρίζω πως υπάρχει πρόβλημα χώρου.

Στα δικά μας λοιπόν.

Ποια η σχέση σύντροφοι της πάλης των μπολσεβίκων της περιόδου 1903-1912 με τη σημερινή «δράση από μέσα» στα δικά μας «αριστερά» οπορτουνιστικά κόμματα;
Οι μπολσεβίκοι, όπως είδαμε, είχαν δικό τους πρόγραμμα, δικό τους ανεξάρτητο Τύπο, δικά τους καθοδηγητικά κέντρα. Μόνο έτσι μπορούσαν να κάνουν (και έκαναν) νικηφόρα την ανοιχτή πάλη ενάντια στον οπορτουνισμό. Δεν υπάρχει καμία περίπτωση όπου οι μπολσεβίκοι να πειθάρχησαν στις οπορτουνιστικές αποφάσεις της όποιας μενσεβίκικης πλειοψηφίας. Τι από όλα αυτά διαθέτουν οι οπαδοί της πάλης«από μέσα»; Απολύτως τίποτα. Ούτε πρόγραμμα, ούτε Τύπο, ούτε καθοδηγητικά όργανα, ούτε καν στοιχειώδη οργανωτική σύνδεση. Αγωνίζονται ως άτομα ή, στην καλύτερη περίπτωση, ως ολιγομελείς ομάδες στο επίπεδο κάποιας ΚΟΒ ή κάποιας συνδικαλιστικής παράταξης και στο τέλος ΤΡΕΧΟΥΝ ΝΑ ΕΚΤΕΛΕΣΟΥΝ ΤΙΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΠΟΡΤΟΥΝIΣΤΙΚΗΣ ΚΑΘΟΔΗΓΗΣΗΣ στο όνομα της ενότητας του κόμματος. Αποφάσεις που σχεδόν όλες τις φορές έρχονται σε ριζική αντίθεση όχι μόνο με τα συμφέροντα συγκεκριμένων στρωμάτων εργαζομένων. Άλλες πάλι φορές πολλά στοιχεία καταντούν στήριγμα του φραξιονιστικού αγώνα διάφορων ηγετικών ομάδων (που η μία είναι χειρότερη από την άλλη) και που αναζητούν κομματική βάση για την καριέρα τους. Και σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να αναπτύξουν ενιαία επαναστατική προπαγάνδα και ζύμωση, αφού προς τα έξω, προς την εργατική τάξη και προς το λαό είναι αναγκασμένα να προπαγανδίζουν την επίσημη οπορτουνιστική γραμμή, που γίνεται ολοένα και πιο απροκάλυπτα αντεπαναστατική. Δοκιμάστε να βγείτε ακόμα και εσωκομματικά, με ολοκληρωμένη πλατφόρμα ενάντια στο ρεφορμισμό και στον οπορτουνισμό της ηγεσίας, και τότε θα διαπιστώσετε και θα υποστείτε τέτοιες συνέπειες από την ηγετική αντίδραση που ούτε να τις διανοηθείτε μπορείτε σήμερα.
Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η πάλη «από μέσα» είναι ιδεολογικά λαθεμένη και πραχτικά αδύνατη. Το μόνο που καταφέρνει είναι να βάζει εμπόδια και να καθυστερεί την υπόθεση της πολιτικής ανασυγκρότησης της εργατικής κομμουνιστικής πρωτοπορίας. Να βάζει εμπόδια στην ανάπτυξη του πολιτιστικού και ιδεολογικού αγώνα ανάμεσα στην επαναστατική κατεύθυνση και στο ρεφορμισμό μπροστά στην εργατική τάξη και στο λαό.
Όχι σύντροφοι. Η ταχτική αυτή είναι αδιέξοδη. Χρέος σας είναι ΝΑ ΚΑΤΑΓΓΕΙΛΕΤΕ το ρεφορμισμό και την αντικομμουνιστική ηγεσία που καπηλεύεται αγώνες και θυσίες και είναι η ΕΦΕΔΡΕΙΑ της αστικής τάξης.

Προχωρήστε σε ΡΗΞΗ οργανωτική και στρατευτείτε στην υπόθεση της δημιουργίας όχι μόνο φορέα, αλλά επαναστατικού κόμματος. ΤΩΡΑ».

ΤΕΛΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου